H βίλα Κοτοπούλη στου Ζωγράφου
Στη δεκαετία του 1920 ήταν ένα από τα θαυμάσια εξοχικά που αποτέλεσαν τη «μαγιά» για τον οικισμό ο οποίος πήρε το όνομά του από τον μεγαλοϊδιοκτήτη, πολιτικό και καθηγητή πανεπιστημίου Ιωάννη Ζωγράφο. Φιλοξένησε τις βεγγέρες της αξεπέραστης ηθοποιού, στις οποίες έδιναν το «παρών» τα σημαντικότερα ονόματα της ελληνικής σκηνής. Στην Κατοχή επιτάχθηκε από τους Γερμανούς και μετά την απελευθέρωση στέγασε το αστυνομικό τμήμα. Πέρασε στην ιδιοκτησία του δήμου και στην ουσία είναι ένα μουσείο με σπουδαιότερο έκθεμα το ίδιο το κτίριο
Μια στάση με το όνομα της μεγάλης τραγωδού στην οδό Αλέξανδρου Παναγούλη είναι το πρώτο «σημάδι» της περίφημης βίλας Κοτοπούλη. Το ίδιο το κτίριο όμως, όπως φαντάζει πίσω από τη σιδερένια εξώπορτα, είναι έναυσμα για απόδραση από την εικόνα που δημιουργούν οι πανύψηλες πολυκατοικίες.
Το φλας μπακ ξεκινά από το 1832, χρονιά απελευθέρωσης της Αθήνας από τους Τούρκους. Ο Χατζηπαρθένης Πετράκης, ηγούμενος της ομώνυμης μονής, αγόρασε από τον πασά χιλιάδες στρέμματα στις παρυφές του άλσους της Καισαριανής. Λίγα χρόνια αργότερα, οι κληρονόμοι του άρχισαν να πουλάνε διάφορα τμήματα. Το 1902 ο Ιωάννης Ζωγράφος, βουλευτής του κόμματος του Θεόδωρου Δηλιγιάννη, απέκτησε από «δεύτερο χέρι» μια μεγάλη έκταση. Κράτησε ένα τμήμα στη διασταύρωση των σημερινών λεωφόρων Ζωγράφου και Παπάγου για την οικογένειά του, ενώ τo υπόλοιπo τo ρυμοτόμησε και τo πουλούσε με δόσεις των 112 δραχμών τον μήνα.
Η περιοχή ήταν ακόμη… εξοχή και πολλοί έσπευσαν να φτιάξουν τις βίλες τους. Μέσα σε λιγότερα από δέκα χρόνια κατασκευάστηκαν πάνω από 100 εξοχικά και αποτέλεσαν τον πυρήνα του πρώτου οικισμού, ο οποίος το 1929 αποκόπηκε από τον δήμο Αθηναίων και ανακηρύχθηκε κοινότητα που πήρε το όνομα της οικογένειας Ζωγράφου. Οι επαύλεις Βοναπάρτη, Βουγά, «Αγλατζιάς», Νίνου, Συριώτη και η κατοικία του μεγάλου ζωγράφου Γ. Γουναρόπουλου, μαζί με τα δυο αρχοντικά της οικογένειας Ζωγράφου είναι τα λίγα απομεινάρια αυτής της εποχής…
Τα έργα άρχισε ο Χέλμης
Η βίλα Κοτοπούλη χτίστηκε σε δύο φάσεις, όπως μας ενημερώνει ο Δημήτριος Καντιώτης, πρόεδρος του Νομικού Προσώπου Πολιτισμού και Αθλητισμού του Δήμου Ζωγράφου. Το υπόγειο και το πρώτο επίπεδο του πετρόκτιστου κτιρίου κατασκευάστηκε το 1908 από τον θεατρικό επιχειρηματία Γιώργο Χέλμη (1891-1975), μετέπειτα σύζυγο της μοναδικής ηθοποιού. Οι ζωές τους συναντήθηκαν το 1923 και ήταν το γαμήλιο δώρο του, το οποίο συμπλήρωσε η ίδια με το υπόλοιπο κτίριο.
Ήταν η εποχή της μεγάλης απογείωσης της Μαρίκας Κοτοπούλη. Γεννημένη στην Αθήνα το 1887 και κόρη ηθοποιών, έμαθε στην πραγματικότητα να περπατά πάνω στο θεατρικό σανίδι. Ήταν βρέφος όταν εμφανίστηκε στο έργο «Ο αμαξάς των Άλπεων», με το μπουλούκι που συμμετείχαν οι γονείς της κάνοντας τον γύρο της χώρας. Στα 17 της εκτοξεύτηκε στα ύψη απαγγέλλοντας για πρώτη φορά στη δημοτική γλώσσα την «Ορέστεια» του Αισχύλου. Η ερμηνεία της θεωρείται ανεπανάληπτη σε τραγωδίες και έργα κλασικού ρεπερτορίου. Δεν διακρινόταν για την εξωτερική της εμφάνιση, αλλά ήταν τέτοια η ερμηνεία της που στη σκηνή μεταμορφωνόταν κάνοντας το κοινό να υποκλίνεται μπροστά της.
Η προσωπική της ζωή ήταν θυελλώδης και προκλητική για την εποχή της. Το 1908 γνώρισε τον Ίωνα Δραγούμη, πολιτικό και γόνο μεγάλης οικογένειας. Ήταν ένας παράφορος έρωτας, με πολλές εντάσεις όπως μαρτυρούν τα γράμματά τους, που διήρκεσε ώς τη δολοφονία του, τον Αύγουστο του 1920. Σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά η Μαρίκα Κοτοπούλη παντρεύτηκε τον Γ. Χέλμη, με τον οποίο μοιράστηκε την υπόλοιπη ζωή της, χωρίς να αποκτήσουν παιδιά.
Η βίλα στου Ζωγράφου, σε μικρή απόσταση από τη μόνιμη κατοικία της στην οδό Ξενίας, στην πλατεία Μαβίλη, συνδέθηκε με την ερμηνευτική απογείωση της Κοτοπούλη. Ασχολήθηκε με πάθος στο θέατρο, αλλά και τη διδασκαλία και από τα χέρια της αναδείχθηκαν μεγάλα ταλέντα όπως η Ελένη Παπαδάκη, ο Δημήτρης Χορν, η Έλλη Λαμπέτη, η Ειρήνη Παπά, ο Μίμης Φωτόπουλος και ο Ντίνος Ηλιόπουλος. Στις βεγγέρες που οργάνωνε έδιναν το «παρών» σημαντικά ονόματα του θεάτρου, όπως ο Β. Λογοθετίδης, ο Δ. Μυράτ, ο Δ. Ροντήρης, η Γ. Βασιλειάδου, η Μ. Μερκούρη και οι αδελφές Καλουτά.
Τα ξυλόγλυπτα
Το κομψό κτίριο, με την κεραμοσκεπή και τη σοφίτα, θυμίζει ελβετικό σαλέ. Είναι άγνωστος ο δημιουργός του, αλλά την ίδια εποχή, όπως σημειώνει ο καθηγητής Δημήτρης Φιλιππίδης στο έργο του «Νεοελληνική αρχιτεκτονική», ανάλογα δείγματα συναντώνται στις τότε «εξοχές», τις εκτός κέντρου περιοχές της Αθήνας, όπως τα Πατήσια, η Κηφισιά αλλά και οι… Αμπελόκηποι.
Τη διαφορά σε σχέση με τις άλλες βίλες του Ζωγράφου κάνει το ξύλο. Επιστρατεύτηκε για τα κουφώματα και τους μικρούς εξώστες, αλλά αποθεώνεται στο εσωτερικό με τα υπέροχα ξυλόγλυπτα του καλλιτέχνη Ιωακείμ Ιωακείμ. Στο ισόγειο η Κοτοπούλη δημιούργησε χαμάμ και στον πρώτο όροφο έστησε το ησυχαστήριό της, όπου έγραφε ή διαλογιζόταν, απολαμβάνοντας τη θέα προς τη θάλασσα.
Στη διάρκεια της Κατοχής η εικόνα άλλαξε και η βίλα επιτάχθηκε από τους Γερμανούς για να γίνει κατοικία αξιωματούχων. Με τον θάνατο της Κοτοπούλη τον Σεπτέμβριο του 1954 εγκαταλείφθηκε και για ένα μικρό διάστημα στέγασε το τοπικό αστυνομικό τμήμα. Το 1990, χάρη στους αγώνες του δήμου και του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, κηρύχθηκε διατηρητέο αρχιτεκτονικό μνημείο και ξεκίνησαν οι εργασίες ανακαίνισης για να λειτουργήσει ως μουσείο. Το 1999 υπέστη ζημιές από τον σεισμό και χρειάστηκε να γίνουν στατικές ενισχύσεις, που ολοκληρώθηκαν το φθινόπωρο του 2005.
Το Μουσείο «Μαρίκα Κοτοπούλη» φιλοξενεί εκδηλώσεις υψηλού επιπέδου, ενώ έχει διαμορφωθεί χώρος θεατρικής μνήμης με φωτογραφίες, χειρόγραφα, προγράμματα και δημοσιεύματα για την κορυφαία ερμηνεύτρια. Τα ελάχιστα προσωπικά της αντικείμενα που διασώζονται, μαζί με τρία θεατρικά κοστούμια της, βρίσκονται στο καμαρίνι της ηθοποιού στο Θεατρικό Μουσείο.
Πηγή: efsyn.gr